Περιστατικό στα δανικά
Μετάφραση: περιστατικό, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
tilfælde, anliggende, hændelse, sag, happening, begivenhed, hændelsen, indfaldende, hændelser
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: περιστατικό
περιστατικό συνώνυμο, περιστατικό συνώνυμα, περιστατικό στην πάρο, περιστατικό του ρόσγουελ, περιστατικό με την aegean air, περιστατικό λεξικό γλώσσας δανικά, περιστατικό στα δανικά
Μεταφράσεις
- περιστέλλω στα δανικά - begrænse, indskrænke, tørn, stint
- περιστέρι στα δανικά - due, Dove, duen
- περιστεράκι στα δανικά - squab, ryghynde, ryghynden, vagtel
- περιστολή στα δανικά - reduktion, nedsættelse, nedbringelse, reduktion af, reduktionen
Τυχαίες λέξεις
Περιστατικό στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: tilfælde, anliggende, hændelse, sag, happening, begivenhed, hændelsen, indfaldende, hændelser
Μεταφράσεις: tilfælde, anliggende, hændelse, sag, happening, begivenhed, hændelsen, indfaldende, hændelser