Περιστατικό στα ουγγρικά
Μετάφραση: περιστατικό, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
incidens, megtörténés, töltényhüvely, bekövetkezés, esemény, eset, baleset, esetet
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: περιστατικό
περιστατικό συνώνυμο, περιστατικό συνώνυμα, περιστατικό στην πάρο, περιστατικό του ρόσγουελ, περιστατικό με την aegean air, περιστατικό λεξικό γλώσσας ουγγρικά, περιστατικό στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- περιστέλλω στα ουγγρικά - korlát, határmezsgye, választóvonal, peremvidék, szél, megszorítás, megszorít, ...
- περιστέρι στα ουγγρικά - galamb, Dove, galambot, galambom
- περιστεράκι στα ουγγρικά - köpcös, üléstámla, üléstámla mellett, köpcös ember
- περιστολή στα ουγγρικά - határolás, kedvezmény, megszorítás, elévülés, csökkentés, csökkentése, csökkentését, ...
Τυχαίες λέξεις
Περιστατικό στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: incidens, megtörténés, töltényhüvely, bekövetkezés, esemény, eset, baleset, esetet
Μεταφράσεις: incidens, megtörténés, töltényhüvely, bekövetkezés, esemény, eset, baleset, esetet