Πιτσιλίζω στα δανικά
Μετάφραση: πιτσιλίζω, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
sprøjt, spatter, svejsesprøjt, stænk, sprøjtefri
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πιτσιλίζω
πιτσιλίζω λεξικό γλώσσας δανικά, πιτσιλίζω στα δανικά
Μεταφράσεις
- πιτζάμα στα δανικά - pyjamas, pajamas, pyjamasser, pyjamas til
- πιτσιλάω στα δανικά - splash, stænk, plask, sprøjt, plaske
- πιτσιρίκος στα δανικά - barn, mindreårig, Nipper, bidetang, tang
- πιτσούνι στα δανικά - squab, ryghynde, ryghynden, vagtel
Τυχαίες λέξεις
Πιτσιλίζω στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: sprøjt, spatter, svejsesprøjt, stænk, sprøjtefri
Μεταφράσεις: sprøjt, spatter, svejsesprøjt, stænk, sprøjtefri