Πιτσιλίζω στα τούρκικα

Μετάφραση: πιτσιλίζω, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
kirletmek, sıçramasız, sıçratmak, sıçramak, sağanak
Πιτσιλίζω στα τούρκικα
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πιτσιλίζω

πιτσιλίζω λεξικό γλώσσας τούρκικα, πιτσιλίζω στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • πιτζάμα στα τούρκικα - pijama, pijamalar, pijamaları, pijamalari
  • πιτσιλάω στα τούρκικα - sıçrama, sıçrama ile, Splash, açılış
  • πιτσιρίκος στα τούρκικα - çocuk, kıskaç, nipper, tokatlama, tokatlama donanımı, kıstırıcı çenenin
  • πιτσούνι στα τούρκικα - minder, squab, kıymalı, güvercin yavrusu
Τυχαίες λέξεις
Πιτσιλίζω στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: kirletmek, sıçramasız, sıçratmak, sıçramak, sağanak