Πιτσιλίζω στα σουηδικά
Μετάφραση: πιτσιλίζω, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
skvalp, plask, sprut, stänk, stänka, prut
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πιτσιλίζω
πιτσιλίζω λεξικό γλώσσας σουηδικά, πιτσιλίζω στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- πιτζάμα στα σουηδικά - pyjamas, pajamas, pyjamasen, pyjamasar
- πιτσιλάω στα σουηδικά - skvalp, plask, stänk, splash, färgstänk
- πιτσιρίκος στα σουηδικά - unge, barn, nipper, avbitartång, kläm, tång, kniptång
- πιτσούνι στα σουηδικά - dynan, dyna, ryggstödet, ryggstödet är
Τυχαίες λέξεις
Πιτσιλίζω στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: skvalp, plask, sprut, stänk, stänka, prut
Μεταφράσεις: skvalp, plask, sprut, stänk, stänka, prut