Πιτσιλίζω στα πορτογαλικά
Μετάφραση: πιτσιλίζω, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
respingo, cuspo, borrifo, spatter, respingos, respingos de, de respingos
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πιτσιλίζω
πιτσιλίζω λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, πιτσιλίζω στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- πιτζάμα στα πορτογαλικά - pijamas, pijama, pajamas, pyjamas, pijamas de
- πιτσιλάω στα πορτογαλικά - cuspo, respingo, salpico, respingo da, inicial, do respingo
- πιτσιρίκος στα πορτογαλικά - garoto, criança, miúdo, infância, pontapé, chutar, cabrito, ...
- πιτσούνι στα πορτογαλικά - gorducho, borracho, almofada, coxim, otomana
Τυχαίες λέξεις
Πιτσιλίζω στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: respingo, cuspo, borrifo, spatter, respingos, respingos de, de respingos
Μεταφράσεις: respingo, cuspo, borrifo, spatter, respingos, respingos de, de respingos