Πιτσιλίζω στα ουγγρικά
Μετάφραση: πιτσιλίζω, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
fröccsenés, fröcskölés, a fröcskölés, ráfröccsenő, fröcskölést
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πιτσιλίζω
πιτσιλίζω λεξικό γλώσσας ουγγρικά, πιτσιλίζω στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- πιτζάμα στα ουγγρικά - pizsama, pizsamában, pizsamák, pizsamát, -pizsama
- πιτσιλάω στα ουγγρικά - fröcskölés, splash, csobbanás, loccsanás, kifröccsenésé
- πιτσιρίκος στα ουγγρικά - gödölye, sevró, matrózcsajka, gida, kecskegida, glaszé, gyerek, ...
- πιτσούνι στα ουγγρικά - köpcös, üléstámla, üléstámla mellett, köpcös ember
Τυχαίες λέξεις
Πιτσιλίζω στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: fröccsenés, fröcskölés, a fröcskölés, ráfröccsenő, fröcskölést
Μεταφράσεις: fröccsenés, fröcskölés, a fröcskölés, ráfröccsenő, fröcskölést