Πιτσιλίζω στα ιταλικά
Μετάφραση: πιτσιλίζω, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
spruzzo, schizzare, schizzo, spruzzi, spruzzi di, di spruzzi
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πιτσιλίζω
πιτσιλίζω λεξικό γλώσσας ιταλικά, πιτσιλίζω στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- πιτζάμα στα ιταλικά - pigiama, pigiami, dei pigiami, i pigiami, pigiama di
- πιτσιλάω στα ιταλικά - spruzzo, schizzo, spruzzata, spruzzi, schizzi
- πιτσιρίκος στα ιταλικά - bambina, bambino, pinza, nipper, della pinza, Tenaglie, di pinza
- πιτσούνι στα ιταλικά - piccioncino, cuscino, piccione, schienale, squab
Τυχαίες λέξεις
Πιτσιλίζω στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: spruzzo, schizzare, schizzo, spruzzi, spruzzi di, di spruzzi
Μεταφράσεις: spruzzo, schizzare, schizzo, spruzzi, spruzzi di, di spruzzi