Ποσότητα στα δανικά
Μετάφραση: ποσότητα, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
omfang, størrelse, bog, bind, mængde, mængden, maengde, antal
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ποσότητα
ποσότητα γάλακτος για νεογέννητο, ποσότητα μητρικού γάλακτος, ποσότητα αμνιακού υγρού, ποσότητα τροφής για κουτάβια, ποσότητα αίματος στον άνθρωπο, ποσότητα λεξικό γλώσσας δανικά, ποσότητα στα δανικά
Μεταφράσεις
- ποσό στα δανικά - beløb, tal, antal, sum, mængde, mængden, beløbet
- ποσόν στα δανικά - tal, antal, beløb, sum, mængde, mængden, beløbet
- ποτάμι στα δανικά - flod, river, floden, flodens
- ποτέ στα δανικά - aldrig, altid, nogensinde, ikke, desværre, har aldrig, aldrig har
Τυχαίες λέξεις
Ποσότητα στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: omfang, størrelse, bog, bind, mængde, mængden, maengde, antal
Μεταφράσεις: omfang, størrelse, bog, bind, mængde, mængden, maengde, antal