Συλλέκτης στα δανικά

Μετάφραση: συλλέκτης, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
solfanger, collector, opkøber, samleren, kollektor
Συλλέκτης στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συλλέκτης

συλλέκτης κενού, συλλέκτης υγρασίας, συλλέκτης κοπράνων, συλλέκτης υγρασίας uhu, συλλέκτης θέρμανσης τζακιού, συλλέκτης λεξικό γλώσσας δανικά, συλλέκτης στα δανικά

Μεταφράσεις

  • συκώτι στα δανικά - lever, leveren, liver, lever-
  • συλλέγω στα δανικά - samle, plukke, indsamle, indsamler, at indsamle, hente
  • συλλαβή στα δανικά - stavelse, syllable, stavelsen
  • συλλαβίζω στα δανικά - tid, syllabize
Τυχαίες λέξεις
Συλλέκτης στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: solfanger, collector, opkøber, samleren, kollektor