Συμφορά στα δανικά

Μετάφραση: συμφορά, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
katastrofe, tragedie, ulykke, ulykker, calamity
Συμφορά στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συμφορά

συμφορά ατυχήματα με τα ρούχα σε live εκπομπη με πρωταγωνιστές διάσημους, συμφορά english, συμφορά από το πολύ μυαλό, συμφορά από το πολύ μυαλό υπόθεση, συμφορά συνώνυμα, συμφορά λεξικό γλώσσας δανικά, συμφορά στα δανικά

Μεταφράσεις

  • συμφιλιώνομαι στα δανικά - symfilionomai
  • συμφιλιώνω στα δανικά - forene, forlige, afstemme, at forene, forsone
  • συμφωνία στα δανικά - overensstemmelse, kontrakt, akkord, symfoni, aftale, samtykke, harmoni, ...
  • συμφωνώ στα δανικά - enige, enig, enige om, er enige, er enig
Τυχαίες λέξεις
Συμφορά στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: katastrofe, tragedie, ulykke, ulykker, calamity