Συμφορά στα πορτογαλικά

Μετάφραση: συμφορά, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
catástrofes, calamidade, catástrofe, tragédia, calamidades, calamity, a calamidade, desgraça
Συμφορά στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συμφορά

συμφορά ατυχήματα με τα ρούχα σε live εκπομπη με πρωταγωνιστές διάσημους, συμφορά english, συμφορά από το πολύ μυαλό, συμφορά από το πολύ μυαλό υπόθεση, συμφορά συνώνυμα, συμφορά λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, συμφορά στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • συμφιλιώνομαι στα πορτογαλικά - symfilionomai
  • συμφιλιώνω στα πορτογαλικά - reconciliar, retribuir, conciliar, conciliação, conciliar a, conciliar o
  • συμφωνία στα πορτογαλικά - tratados, ajuste, acordo, anuir, convenção, concordar, contrato, ...
  • συμφωνώ στα πορτογαλικά - convir, ajustar, estipular, tresandar, concordar, corresponda, acostar, ...
Τυχαίες λέξεις
Συμφορά στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: catástrofes, calamidade, catástrofe, tragédia, calamidades, calamity, a calamidade, desgraça