Συμφορά στα πολωνικά

Μετάφραση: συμφορά, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
tragedia, klęska, niedola, nieszczęście, katastrofa, kataklizm, nieszczęściem
Συμφορά στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συμφορά

συμφορά ατυχήματα με τα ρούχα σε live εκπομπη με πρωταγωνιστές διάσημους, συμφορά english, συμφορά από το πολύ μυαλό, συμφορά από το πολύ μυαλό υπόθεση, συμφορά συνώνυμα, συμφορά λεξικό γλώσσας πολωνικά, συμφορά στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • συμφιλιώνομαι στα πολωνικά - połączyć, zjednoczyć, symfilionomai
  • συμφιλιώνω στα πολωνικά - godzić, połączyć, pojednać, wyrównać, zjednoczyć, uzgodnić, zgadzać, ...
  • συμφωνία στα πολωνικά - umowa, współdźwięczność, przyznać, wyświadczać, okazywać, zgadzać, jedność, ...
  • συμφωνώ στα πολωνικά - liczyć, nadawać, obliczać, wymagać, godzić, zgodzić, etykietka, ...
Τυχαίες λέξεις
Συμφορά στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: tragedia, klęska, niedola, nieszczęście, katastrofa, kataklizm, nieszczęściem