Τερετίζω στα δανικά

Μετάφραση: τερετίζω, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
kvidre, skoven
Τερετίζω στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: τερετίζω

τερετίζω λεξικό γλώσσας δανικά, τερετίζω στα δανικά

Μεταφράσεις

  • τεράστιος στα δανικά - kæmpe, enorm, enorme, stort, stor
  • τερατώδης στα δανικά - uhyrlige, monstrøse, uhyrlig, uhyre, uhyrligt
  • τερμίτης στα δανικά - termit, termite, termitkrigen, termitter, af termitter
  • τερματισμός στα δανικά - fuldende, opsigelse, ophør, afslutning, ophævelse, opsigelsen
Τυχαίες λέξεις
Τερετίζω στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: kvidre, skoven