Τερετίζω στα πορτογαλικά
Μετάφραση: τερετίζω, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
chilrear, chilreio, chirrup, gorjeio, fazer claque
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τερετίζω
τερετίζω λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, τερετίζω στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- τεράστιος στα πορτογαλικά - abraço, amplo, estreitar, espaçoso, vaso, maciço, apertar, ...
- τερατώδης στα πορτογαλικά - monstruoso, monstruosa, monstruosos, monstrous, monstruosas
- τερμίτης στα πορτογαλικά - térmita, terminologia, térmite, cupins, cupim, térmitas
- τερματισμός στα πορτογαλικά - acabar, ultimar, dedo, terminar, finalizar, encerrar, revestimento, ...
Τυχαίες λέξεις
Τερετίζω στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: chilrear, chilreio, chirrup, gorjeio, fazer claque
Μεταφράσεις: chilrear, chilreio, chirrup, gorjeio, fazer claque