Τερετίζω στα λευκορωσικά
Μετάφραση: τερετίζω, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
Шчабятанне, ціўканне
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τερετίζω
τερετίζω λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, τερετίζω στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- τεράστιος στα λευκορωσικά - велізарны, вялізны, вялікі, вялікую, велізарную
- τερατώδης στα λευκορωσικά - жахлівы, жудасны, пачварны, гіганцкі, страшэнны
- τερμίτης στα λευκορωσικά - тэрміт
- τερματισμός στα λευκορωσικά - скончыць, спыненне, спыненьне, спынення
Τυχαίες λέξεις
Τερετίζω στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: Шчабятанне, ціўканне
Μεταφράσεις: Шчабятанне, ціўканне