Τερετίζω στα ισλανδικά

Μετάφραση: τερετίζω, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
chirrup
Τερετίζω στα ισλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: τερετίζω

τερετίζω λεξικό γλώσσας ισλανδικά, τερετίζω στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • τεράστιος στα ισλανδικά - afarstór, gríðarstór, mikið, gríðarlegur, mikil, stór
  • τερατώδης στα ισλανδικά - monstrous, yfirgengilega, ógurligr
  • τερμίτης στα ισλανδικά - termite
  • τερματισμός στα ισλανδικά - enda, fullgera, uppsögn, lúkning, lúkningu, lúkningarverð, lýkur
Τυχαίες λέξεις
Τερετίζω στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: chirrup