Φύλο στα δανικά

Μετάφραση: φύλο, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
køn, Sex, af køn, koen
Φύλο στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: φύλο

φύλλο χαρτί, φύλο και νέα εκπαιδευτικά και εργασιακά περιβάλλοντα στην κοινωνία της πληροφορίας, φύλο μωρού, φύλο άρρεν, φύλο ή φύλλο, φύλο λεξικό γλώσσας δανικά, φύλο στα δανικά

Μεταφράσεις

  • φύλλο στα δανικά - blade, blad, leaf, i blade, bladet
  • φύλλωμα στα δανικά - blade, løv, bladværk, bladene, løvet
  • φύση στα δανικά - karakter, naturen, natur, art, arten
  • φώκια στα δανικά - sæl, forsegling, tætning, segl, forseglingen
Τυχαίες λέξεις
Φύλο στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: køn, Sex, af køn, koen