Φύλο στα βουλγαρικά
Μετάφραση: φύλο, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
сексуалност, пол, род, секс, пола, секса
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: φύλο
φύλλο χαρτί, φύλο και νέα εκπαιδευτικά και εργασιακά περιβάλλοντα στην κοινωνία της πληροφορίας, φύλο μωρού, φύλο άρρεν, φύλο ή φύλλο, φύλο λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, φύλο στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- φύλλο στα βουλγαρικά - лист, листо, листа, на листа, листен
- φύλλωμα στα βουλγαρικά - листо, листна, шума, зеленина, листа, листата, листна маса
- φύση στα βουλγαρικά - природа, характер, естество, същност, природата
- φώκια στα βουλγαρικά - клеймо, уплътнение, печат, тюлени, пломба, запечатване
Τυχαίες λέξεις
Φύλο στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: сексуалност, пол, род, секс, пола, секса
Μεταφράσεις: сексуалност, пол, род, секс, пола, секса