Φύλο στα τούρκικα
Μετάφραση: φύλο, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
eşey, seks, cinsiyet, sex, cinsel, cinsiyete
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: φύλο
φύλλο χαρτί, φύλο και νέα εκπαιδευτικά και εργασιακά περιβάλλοντα στην κοινωνία της πληροφορίας, φύλο μωρού, φύλο άρρεν, φύλο ή φύλλο, φύλο λεξικό γλώσσας τούρκικα, φύλο στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- φύλλο στα τούρκικα - yaprak, yaprağı, yapraklı, leaf, kanat
- φύλλωμα στα τούρκικα - yeşillik, yaprakları, yaprak dökümü, yaprak, yapraklar
- φύση στα τούρκικα - tabiat, doğa, Nature, doğası, niteliği, doğal
- φώκια στα τούρκικα - mühürlemek, ayıbalığı, fok, mühür, conta, sızdırmazlık, contası, ...
Τυχαίες λέξεις
Φύλο στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: eşey, seks, cinsiyet, sex, cinsel, cinsiyete
Μεταφράσεις: eşey, seks, cinsiyet, sex, cinsel, cinsiyete