Φύλο στα πορτογαλικά
Μετάφραση: φύλο, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
coser, costurar, sex., sexo, sexualidade, sexual, o sexo, de sexo, do sexo
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: φύλο
φύλλο χαρτί, φύλο και νέα εκπαιδευτικά και εργασιακά περιβάλλοντα στην κοινωνία της πληροφορίας, φύλο μωρού, φύλο άρρεν, φύλο ή φύλλο, φύλο λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, φύλο στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- φύλλο στα πορτογαλικά - folha, reconduzir, folhas, folhagem, folha de, da folha, foliar
- φύλλωμα στα πορτογαλικά - folhas, folhagem, foliage, folha, folhagens, folha foliage
- φύση στα πορτογαλικά - naturalmente, carácter, natureza, nave, a natureza, da natureza
- φώκια στα πορτογαλικά - lacrar, foca, gaivota, animal, selo, selar, vedação, ...
Τυχαίες λέξεις
Φύλο στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: coser, costurar, sex., sexo, sexualidade, sexual, o sexo, de sexo, do sexo
Μεταφράσεις: coser, costurar, sex., sexo, sexualidade, sexual, o sexo, de sexo, do sexo