Αναπροσαρμόζομαι στα εσθονικά

Μετάφραση: αναπροσαρμόζομαι, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
korrigeeritud, kohandatud, reguleeritud, täpsustatud
Αναπροσαρμόζομαι στα εσθονικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αναπροσαρμόζομαι

αναπροσαρμόζομαι λεξικό γλώσσας εσθονικά, αναπροσαρμόζομαι στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • αναπολώ στα εσθονικά - mäletama, meenutada, Muistaa, mäletate
  • αναποτελεσματικός στα εσθονικά - tulemusetu, ebaefektiivne, ebatõhus, ebatõhusaks, ebatõhusad, ebaefektiivsed
  • αναπτήρας στα εσθονικά - heledam, lihter, valgem, süütaja, välgumihkel, kergem, kergemad, ...
  • αναπτύσσομαι στα εσθονικά - arenema, ilmutama, kuju, kujundeid, kujundid, kujusid, kujuga
Τυχαίες λέξεις
Αναπροσαρμόζομαι στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: korrigeeritud, kohandatud, reguleeritud, täpsustatud