Αναπροσαρμόζομαι στα ουκρανικά
Μετάφραση: αναπροσαρμόζομαι, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
читання, відрегульований, настроюваний, тільки настроюваний, відрегульован, відрегульовані
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αναπροσαρμόζομαι
αναπροσαρμόζομαι λεξικό γλώσσας ουκρανικά, αναπροσαρμόζομαι στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- αναπολώ στα ουκρανικά - згадувати, згадуватимуть, пригадувати, згадуватиме
- αναποτελεσματικός στα ουκρανικά - неефективність, нездатність, неефективний, неефективним
- αναπτήρας στα ουκρανικά - освітлює, легше, легко, найлегше
- αναπτύσσομαι στα ουκρανικά - розвиватись, розвивати, еволюціонувати, удосконалювати, розвивайтеся, видавати, розвиватися, ...
Τυχαίες λέξεις
Αναπροσαρμόζομαι στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: читання, відрегульований, настроюваний, тільки настроюваний, відрегульован, відрегульовані
Μεταφράσεις: читання, відрегульований, настроюваний, тільки настроюваний, відрегульован, відрегульовані