Αναπροσαρμόζομαι στα σουηδικά
Μετάφραση: αναπροσαρμόζομαι, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
justerade, justerat, justerad, jämkade, inställda
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αναπροσαρμόζομαι
αναπροσαρμόζομαι λεξικό γλώσσας σουηδικά, αναπροσαρμόζομαι στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- αναπολώ στα σουηδικά - minnas, minns, ihåg, minnes, erinra
- αναποτελεσματικός στα σουηδικά - ineffektiv, ineffektivt, ineffektiva, verkningslösa, verkan
- αναπτήρας στα σουηδικά - cigarettändare, ljusare, tändare, lättare, ändar, tändaren
- αναπτύσσομαι στα σουηδικά - utveckla, former, formar, form, stilar, formerna
Τυχαίες λέξεις
Αναπροσαρμόζομαι στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: justerade, justerat, justerad, jämkade, inställda
Μεταφράσεις: justerade, justerat, justerad, jämkade, inställda