Βηματίζω στα εσθονικά

Μετάφραση: βηματίζω, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
samm, sammuma, kõnnak, astuma, aste, sammupikkus, edusamm, Rütm, kõndige, Loikka
Βηματίζω στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: βηματίζω

βηματίζω κιλκίς, βηματίζω λεξικό γλώσσας εσθονικά, βηματίζω στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • βερνίκι στα εσθονικά - polituur, lihv, lihvima, poola, lakk, laki, lakiga, ...
  • βερνικώνω στα εσθονικά - lakk, poola, polish, poleerimiseks, lakkimine, poleerimine
  • βιάζομαι στα εσθονικά - kiirustama, tõttama, rutt, kiirusta, kiirustada, kiire, kiirustage
  • βιαιοπραγία στα εσθονικά - vägistamine, ründama, aku, akut, patarei, patareid, akuga
Τυχαίες λέξεις
Βηματίζω στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: samm, sammuma, kõnnak, astuma, aste, sammupikkus, edusamm, Rütm, kõndige, Loikka