Βηματίζω στα λευκορωσικά

Μετάφραση: βηματίζω, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
стопень, крок
Βηματίζω στα λευκορωσικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: βηματίζω

βηματίζω κιλκίς, βηματίζω λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, βηματίζω στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • βερνίκι στα λευκορωσικά - лак
  • βερνικώνω στα λευκορωσικά - польскі, Польская, польскую, польскае
  • βιάζομαι στα λευκορωσικά - спяшацца, сьпяшацца
  • βιαιοπραγία στα λευκορωσικά - акумулятар
Τυχαίες λέξεις
Βηματίζω στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: стопень, крок