Βηματίζω στα σλοβενικά
Μετάφραση: βηματίζω, Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
stopnica, stopiti, stride, Dolg korak
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βηματίζω
βηματίζω κιλκίς, βηματίζω λεξικό γλώσσας σλοβενικά, βηματίζω στα σλοβενικά
Μεταφράσεις
- βερνίκι στα σλοβενικά - cedit, lak, laki, varnish, laka, lakov
- βερνικώνω στα σλοβενικά - lak, polish, nohte, za nohte, poliranje
- βιάζομαι στα σλοβενικά - pohitite, pohiteti, mudi, pohiti, hiteti
- βιαιοπραγία στα σλοβενικά - utok, napadení, baterija, baterije, baterijo, akumulator, akumulatorja
Τυχαίες λέξεις
Βηματίζω στα σλοβενικά - Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Μεταφράσεις: stopnica, stopiti, stride, Dolg korak
Μεταφράσεις: stopnica, stopiti, stride, Dolg korak