Βηματίζω στα ρουμανικά

Μετάφραση: βηματίζω, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
măsură, treaptă, pas, colinda, distanță între picioare, pas lung, mers cu pași mari
Βηματίζω στα ρουμανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: βηματίζω

βηματίζω κιλκίς, βηματίζω λεξικό γλώσσας ρουμανικά, βηματίζω στα ρουμανικά

Μεταφράσεις

  • βερνίκι στα ρουμανικά - polonez, lustru, lac, vopsele, lacuri, lacurilor, lac de
  • βερνικώνω στα ρουμανικά - lac, polonez, poloneză, lustruire, polish, Olandeza Poloneza
  • βιάζομαι στα ρουμανικά - grabă, grăbește, se grăbească
  • βιαιοπραγία στα ρουμανικά - viol, asalt, ataca, baterie, acumulator, bateriei, a bateriei, ...
Τυχαίες λέξεις
Βηματίζω στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: măsură, treaptă, pas, colinda, distanță între picioare, pas lung, mers cu pași mari