Διαπραγματευτής στα εσθονικά

Μετάφραση: διαπραγματευτής, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
läbirääkija, läbirääkijana, läbirääkijale, läbirääkijaks, läbirääkijat
Διαπραγματευτής στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διαπραγματευτής

ειδικόσ διαπραγματευτήσ, μαυρογιάννης διαπραγματευτής, προσεκτικόσ διαπραγματευτήσ, βασικός διαπραγματευτής, διαπραγματευτής λεξικό γλώσσας εσθονικά, διαπραγματευτής στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • διαπρέπω στα εσθονικά - väljapaistvale, preeminent, eelisasendi, par exellence
  • διαπραγμάτευση στα εσθονικά - rahakstegemine, läbirääkimine, läbirääkimised, läbirääkimiste, läbirääkimisi, läbirääkimistel, läbirääkimisteks
  • διαπραγματεύομαι στα εσθονικά - kvoctrain, Negotiate, Parleyt, Parleyle, Parley
  • διαπρεπής στα εσθονικά - esileküündiv, prominentne, väljapaistvale, preeminent, eelisasendi, par exellence
Τυχαίες λέξεις
Διαπραγματευτής στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: läbirääkija, läbirääkijana, läbirääkijale, läbirääkijaks, läbirääkijat