Διαπραγματευτής στα πορτογαλικά

Μετάφραση: διαπραγματευτής, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
negociador, negociadora, negociador de, o negociador, negociadores
Διαπραγματευτής στα πορτογαλικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διαπραγματευτής

ειδικόσ διαπραγματευτήσ, μαυρογιάννης διαπραγματευτής, προσεκτικόσ διαπραγματευτήσ, βασικός διαπραγματευτής, διαπραγματευτής λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, διαπραγματευτής στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • διαπρέπω στα πορτογαλικά - preeminente, proeminente, mais proeminente, preeminent, proeminentes
  • διαπραγμάτευση στα πορτογαλικά - negociação, de negociação, negociações, a negociação, negociação de
  • διαπραγματεύομαι στα πορτογαλικά - negociar, descuidar, negligência, negociação, parlamentar, conferenciar, Parley, ...
  • διαπρεπής στα πορτογαλικά - preeminente, proeminente, mais proeminente, preeminent, proeminentes
Τυχαίες λέξεις
Διαπραγματευτής στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: negociador, negociadora, negociador de, o negociador, negociadores