Διαπραγματευτής στα τσεχικά
Μετάφραση: διαπραγματευτής, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
vyjednavač, vyjednávač, vyjednavačem, vyjednavače, negotiator
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διαπραγματευτής
ειδικόσ διαπραγματευτήσ, μαυρογιάννης διαπραγματευτής, προσεκτικόσ διαπραγματευτήσ, βασικός διαπραγματευτής, διαπραγματευτής λεξικό γλώσσας τσεχικά, διαπραγματευτής στα τσεχικά
Μεταφράσεις
- διαπρέπω στα τσεχικά - vynikat, vyniknout, excelovat, vyznamenat, předčit, výtečný, vynikající, ...
- διαπραγμάτευση στα τσεχικά - prodej, vyjednávání, jednání, sjednání, sjednávání, projednání
- διαπραγματεύομαι στα τσεχικά - zprostředkovat, vyjednávat, smluvit, ujednat, prodat, proplatit, sjednat, ...
- διαπρεπής στα τσεχικά - význačný, významný, vyčnívající, vynikající, nápadný, vystupující, výtečný, ...
Τυχαίες λέξεις
Διαπραγματευτής στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: vyjednavač, vyjednávač, vyjednavačem, vyjednavače, negotiator
Μεταφράσεις: vyjednavač, vyjednávač, vyjednavačem, vyjednavače, negotiator