Εφευρετικός στα εσθονικά
Μετάφραση: εφευρετικός, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
leidlik, leiutatud, leiutisekohase, leiutisekohane, leiutisekohast
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εφευρετικός
εφευρετικός λεξικό γλώσσας εσθονικά, εφευρετικός στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- εφευρέτης στα εσθονικά - algataja, leiutaja, leiutajale, leiutise autor, leiutajat
- εφευρίσκω στα εσθονικά - leiutama, sepitsema, jssk, Edukas jssk, hakkama saama
- εφευρετικότητα στα εσθονικά - leidlikkus, nupukus, leidlikkust, leidlikkuse, leidlikkusel, leidlikkusele
- εφεύρεση στα εσθονικά - leiutis, leiutise, leiutisele, leiutises, leiutist
Τυχαίες λέξεις
Εφευρετικός στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: leidlik, leiutatud, leiutisekohase, leiutisekohane, leiutisekohast
Μεταφράσεις: leidlik, leiutatud, leiutisekohase, leiutisekohane, leiutisekohast