Θλίβομαι στα εσθονικά
Μετάφραση: θλίβομαι, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
kurvastama, leinata, kurvastada, kurvasta, kurvastage
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: θλίβομαι
θλίβομαι λεξικό γλώσσας εσθονικά, θλίβομαι στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- θησαυρός στα εσθονικά - hindama, varandus, aare, varanduse, treasure, aarde
- θλάση στα εσθονικά - rebend, luumurd, mõra, murdma, katkestama, katkestus, murd, ...
- θλίψη στα εσθονικά - lein, kannatus, mure, kahetsusvalu, kurbus, kurbust, kurbuse, ...
- θλιβερά στα εσθονικά - nukralt, murelikult, kahetsusväärselt, haletsusväärselt, murettekitavalt, häbiväärselt
Τυχαίες λέξεις
Θλίβομαι στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: kurvastama, leinata, kurvastada, kurvasta, kurvastage
Μεταφράσεις: kurvastama, leinata, kurvastada, kurvasta, kurvastage