Θλίβομαι στα τούρκικα
Μετάφραση: θλίβομαι, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
üzülmek, üzülme, kederlendiriyor, grieve, mahzun
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: θλίβομαι
θλίβομαι λεξικό γλώσσας τούρκικα, θλίβομαι στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- θησαυρός στα τούρκικα - hazine, Treasure, bir hazine, hazinedir, hazinesi
- θλάση στα τούρκικα - kırma, kırık, kırılma, kırığı, kırılması, fraktür
- θλίψη στα τούρκικα - sıkıntı, keder, acı, üzüntü, hüzün, sadness, hüznü, ...
- θλιβερά στα τούρκικα - hüzünlendirdi, acı, ne yazık ki, yazık ki, ne yazık
Τυχαίες λέξεις
Θλίβομαι στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: üzülmek, üzülme, kederlendiriyor, grieve, mahzun
Μεταφράσεις: üzülmek, üzülme, kederlendiriyor, grieve, mahzun