Καλύπτω στα εσθονικά
Μετάφραση: καλύπτω, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
kate, kattevari, katma, kaas, katte, kaane, cover
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καλύπτω
καλύπτω στα αγγλικά, καλύπτω επιφάνειες, καλύπτω συνώνυμα, καλύπτω αρχικοί χρόνοι, καλύπτω ανάγκες, καλύπτω λεξικό γλώσσας εσθονικά, καλύπτω στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- καλότυχος στα εσθονικά - õnnelik, õnn, õnnelikud, vedanud
- καλύβα στα εσθονικά - osmik, hütt, onn, onni, Hut, onnis
- καλώ στα εσθονικά - kutse, üleskutse, kõne, üleskutset, kõnet, konkursikutse
- καλώδιο στα εσθονικά - tross, võhmal, vaier, kaabel, kaabli, kaablit
Τυχαίες λέξεις
Καλύπτω στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: kate, kattevari, katma, kaas, katte, kaane, cover
Μεταφράσεις: kate, kattevari, katma, kaas, katte, kaane, cover