Καλύπτω στα λευκορωσικά
Μετάφραση: καλύπτω, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
вечка, крышка, канцы, накрыўка
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καλύπτω
καλύπτω στα αγγλικά, καλύπτω επιφάνειες, καλύπτω συνώνυμα, καλύπτω αρχικοί χρόνοι, καλύπτω ανάγκες, καλύπτω λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, καλύπτω στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- καλότυχος στα λευκορωσικά - шчаслівы, шчасьлівы
- καλύβα στα λευκορωσικά - хаціна, халупа, хаціны
- καλώ στα λευκορωσικά - выклік, выклік Ці, вызаў
- καλώδιο στα λευκορωσικά - нiтка, кабель
Τυχαίες λέξεις
Καλύπτω στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: вечка, крышка, канцы, накрыўка
Μεταφράσεις: вечка, крышка, канцы, накрыўка