Καλύπτω στα ρουμανικά
Μετάφραση: καλύπτω, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
pătură, acoperi, capac, acoperire, capacul, de acoperire
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καλύπτω
καλύπτω στα αγγλικά, καλύπτω επιφάνειες, καλύπτω συνώνυμα, καλύπτω αρχικοί χρόνοι, καλύπτω ανάγκες, καλύπτω λεξικό γλώσσας ρουμανικά, καλύπτω στα ρουμανικά
Μεταφράσεις
- καλότυχος στα ρουμανικά - norocos, norocoși, norocosi, de norocos, norocoasă
- καλύβα στα ρουμανικά - colibă, coliba, cabană, hut, baraca
- καλώ στα ρουμανικά - apel, de apel, apel de, de apelare, apel în
- καλώδιο στα ρουμανικά - sârmă, cablu, telegramă, prin cablu, cablu de, de cablu, cablului
Τυχαίες λέξεις
Καλύπτω στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: pătură, acoperi, capac, acoperire, capacul, de acoperire
Μεταφράσεις: pătură, acoperi, capac, acoperire, capacul, de acoperire