Καλύπτω στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: καλύπτω, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
капак, покритие, покрие, корица, покривка
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καλύπτω
καλύπτω στα αγγλικά, καλύπτω επιφάνειες, καλύπτω συνώνυμα, καλύπτω αρχικοί χρόνοι, καλύπτω ανάγκες, καλύπτω λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, καλύπτω στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- καλότυχος στα σλαβομακεδονικά - среќа, среќни, среќен, среќните, среќна
- καλύβα στα σλαβομακεδονικά - колибата, колиба, барака, куќарка
- καλώ στα σλαβομακεδονικά - повик, на повик, повикот, повици, телефонски
- καλώδιο στα σλαβομακεδονικά - кабелот, кабел, кабелски, кабловска, кабел за
Τυχαίες λέξεις
Καλύπτω στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: капак, покритие, покрие, корица, покривка
Μεταφράσεις: капак, покритие, покрие, корица, покривка