Καπνιστής στα εσθονικά

Μετάφραση: καπνιστής, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
suitsik, suitsetaja, suitsetate, suitsetajaga, suitseta
Καπνιστής στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: καπνιστής

παθητικός καπνιστής, καπνιστής κρέατος, φανατικός καπνιστής, περιστασιακός καπνιστής, καπνιστής bradley, καπνιστής λεξικό γλώσσας εσθονικά, καπνιστής στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • καπνίζω στα εσθονικά - ravi, rohi, suits, ravima, suitsu, suitsetada, suitsutuspreparaatide, ...
  • καπνιά στα εσθονικά - nõgi, tahm, rõvedus, labasus, Rivoudet, ropendus
  • καπνοί στα εσθονικά - suits, Aurud, Aur, aurude, aure
  • καπνός στα εσθονικά - ving, tubakas, tossama, suits, suitsu, suitsetada, suitsutuspreparaatide, ...
Τυχαίες λέξεις
Καπνιστής στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: suitsik, suitsetaja, suitsetate, suitsetajaga, suitseta