Καπνιστής στα ιταλικά
Μετάφραση: καπνιστής, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
fumatore, fumatori, fumo, Non fumo, fumatore di
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καπνιστής
παθητικός καπνιστής, καπνιστής κρέατος, φανατικός καπνιστής, περιστασιακός καπνιστής, καπνιστής bradley, καπνιστής λεξικό γλώσσας ιταλικά, καπνιστής στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- καπνίζω στα ιταλικά - trattare, fumo, curare, guarire, fumare, rimedio, cura, ...
- καπνιά στα ιταλικά - fuliggine, oscenità, smut, sconcezza, granello di fuliggine
- καπνοί στα ιταλικά - fumare, fumo, vapore, Gas di scarico, fumi, fumi di, I fumi
- καπνός στα ιταλικά - fumare, fumo, tabacco, di fumo, fumi, fumo di, il fumo
Τυχαίες λέξεις
Καπνιστής στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: fumatore, fumatori, fumo, Non fumo, fumatore di
Μεταφράσεις: fumatore, fumatori, fumo, Non fumo, fumatore di