Καπνιστής στα ουγγρικά
Μετάφραση: καπνιστής, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
dohányos, dohányzó, Dohányzás, dohányzom, Smoker
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καπνιστής
παθητικός καπνιστής, καπνιστής κρέατος, φανατικός καπνιστής, περιστασιακός καπνιστής, καπνιστής bradley, καπνιστής λεξικό γλώσσας ουγγρικά, καπνιστής στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- καπνίζω στα ουγγρικά - szivar, pipázás, szívnivaló, cigarettázás, füst, füstöt, a füst, ...
- καπνιά στα ουγγρικά - maszat, korom, a korom, trágárság, gabonaüszög
- καπνοί στα ουγγρικά - szivar, cigarettázás, szívnivaló, pipázás, Fumes, füstök, füstöket fejlesztve, ...
- καπνός στα ουγγρικά - pipázás, szivar, füst, pára, szívnivaló, cigarettázás, füstöt, ...
Τυχαίες λέξεις
Καπνιστής στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: dohányos, dohányzó, Dohányzás, dohányzom, Smoker
Μεταφράσεις: dohányos, dohányzó, Dohányzás, dohányzom, Smoker