Καπνιστής στα τούρκικα
Μετάφραση: καπνιστής, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
sigara tiryakisi, içmeyen, içen, sigara içen, sigara
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καπνιστής
παθητικός καπνιστής, καπνιστής κρέατος, φανατικός καπνιστής, περιστασιακός καπνιστής, καπνιστής bradley, καπνιστής λεξικό γλώσσας τούρκικα, καπνιστής στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- καπνίζω στα τούρκικα - ilâç, tedavi, duman, buhar, ilaç, şifa, kür, ...
- καπνιά στα τούρκικα - is, kurum, rastık, karalamak, pislik
- καπνοί στα τούρκικα - duman, buhar, Duman, dumanlar, dumanı, buharlar, buharları
- καπνός στα τούρκικα - duman, buhar, tütün, dumanı, sigara, smoke
Τυχαίες λέξεις
Καπνιστής στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: sigara tiryakisi, içmeyen, içen, sigara içen, sigara
Μεταφράσεις: sigara tiryakisi, içmeyen, içen, sigara içen, sigara