Κατατρομάζω στα εσθονικά

Μετάφραση: κατατρομάζω, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
kohkumus, lootusetus, suurt hirmu jokussa, Tekitab suurt hirmu jokussa
Κατατρομάζω στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κατατρομάζω

κατατρομάζω λεξικό γλώσσας εσθονικά, κατατρομάζω στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • κατατάσσομαι στα εσθονικά - värbama, ühinema, liituma, auaste, auastme, Rank, auastmega, ...
  • κατατάσσω στα εσθονικά - reastama, järk, auaste, auastme, Rank, auastmega, auastet
  • καταυλισμός στα εσθονικά - telklaager, laagriplats, laager, laagris, laagri, laagrisse, leeri
  • καταφέρνω στα εσθονικά - haldama, meelitama, coax, Veenmisele, koaksiaal-, koaksiaalkaablit
Τυχαίες λέξεις
Κατατρομάζω στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: kohkumus, lootusetus, suurt hirmu jokussa, Tekitab suurt hirmu jokussa