Νύμφη στα εσθονικά
Μετάφραση: νύμφη, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
vastne, nümf, nymph, nümfi, merenümf
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: νύμφη
νύμφη του θερμαϊκού, νύμφη ηχώ, νύμφη του αιγαίου, νύμφη αρέθουσα, νύμφη νέδα, νύμφη λεξικό γλώσσας εσθονικά, νύμφη στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- νότιος στα εσθονικά - lõunapoolne, lõunaosariikide, Lõuna, lõunaosas, lõunapiirkonna
- νότος στα εσθονικά - lõuna, lõunasse, lõunaosariikide, lõunas, lõunaosas
- νύξη στα εσθονικά - allusioon, näpunäide, müksama, solvang, väljakaevamiskoht, sisendus, kaevama, ...
- νύστα στα εσθονικά - unisus, unisust, unisuse, uimasus
Τυχαίες λέξεις
Νύμφη στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: vastne, nümf, nymph, nümfi, merenümf
Μεταφράσεις: vastne, nümf, nymph, nümfi, merenümf