Νύμφη στα ολλανδικά
Μετάφραση: νύμφη, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
nimf, nymph, nimf van, nymf, De nimf
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: νύμφη
νύμφη του θερμαϊκού, νύμφη ηχώ, νύμφη του αιγαίου, νύμφη αρέθουσα, νύμφη νέδα, νύμφη λεξικό γλώσσας ολλανδικά, νύμφη στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- νότιος στα ολλανδικά - zuidelijk, zuidelijke, Zuid, zuiden
- νότος στα ολλανδικά - zuiden, zuidelijk, zuid, ten zuiden, South, Nederlandse
- νύξη στα ολλανδικά - zinspelen, toespeling, arbeiden, opgraven, rooien, zinspeling, verwijzing, ...
- νύστα στα ολλανδικά - slaperigheid, slaperig, sleepiness
Τυχαίες λέξεις
Νύμφη στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: nimf, nymph, nimf van, nymf, De nimf
Μεταφράσεις: nimf, nymph, nimf van, nymf, De nimf