Ομαλός στα εσθονικά
Μετάφραση: ομαλός, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
tavaline, korrapärane, Plain, lihtsas, siledate, lihtne
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ομαλός
ομαλός λειχήνας, ομαλός πίνακας, ομαλός θηβών, ομαλός αιγάλεω, ομαλός κρητικό κέντρο, ομαλός λεξικό γλώσσας εσθονικά, ομαλός στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- ομίχλη στα εσθονικά - ähmastama, udu, udutuled, Tuled, udutulelatern, udutulelaterna
- ομαλά στα εσθονικά - sujuvalt, tavaliselt, üldjuhul, tavapäraselt, harilikult, normaalselt
- ομελέτα στα εσθονικά - omlett, Munakas, omletti, omleti, omelette
- ομιλία στα εσθονικά - kõne, õpetussõna, rääkima, parool, vestlema, suuline, kõnes, ...
Τυχαίες λέξεις
Ομαλός στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: tavaline, korrapärane, Plain, lihtsas, siledate, lihtne
Μεταφράσεις: tavaline, korrapärane, Plain, lihtsas, siledate, lihtne