Ομαλός στα ισλανδικά
Μετάφραση: ομαλός, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
látlaus, einfaldlega, venjuleg, venjulegur, óblandaðir
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ομαλός
ομαλός λειχήνας, ομαλός πίνακας, ομαλός θηβών, ομαλός αιγάλεω, ομαλός κρητικό κέντρο, ομαλός λεξικό γλώσσας ισλανδικά, ομαλός στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- ομίχλη στα ισλανδικά - þoka, mistur, þoku, þokunni, þokan, móðu
- ομαλά στα ισλανδικά - venjulega, yfirleitt, jafnaði, að jafnaði, öllu jöfnu
- ομελέτα στα ισλανδικά - eggjaköku, Eggjakaka, Omelette
- ομιλία στα ισλανδικά - tala, tal, ræðu, Mál, Ræða, Talgervill
Τυχαίες λέξεις
Ομαλός στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: látlaus, einfaldlega, venjuleg, venjulegur, óblandaðir
Μεταφράσεις: látlaus, einfaldlega, venjuleg, venjulegur, óblandaðir