Ομαλός στα σουηδικά
Μετάφραση: ομαλός, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
regelmässig, enkel, vanligt, vanlig, slätten, slätt
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ομαλός
ομαλός λειχήνας, ομαλός πίνακας, ομαλός θηβών, ομαλός αιγάλεω, ομαλός κρητικό κέντρο, ομαλός λεξικό γλώσσας σουηδικά, ομαλός στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- ομίχλη στα σουηδικά - töcken, dimma, dimman, fog, imma
- ομαλά στα σουηδικά - normalt, vanligtvis, som normalt, vanligen, regel
- ομελέτα στα σουηδικά - omelett, omeletten, omelette
- ομιλία στα σουηδικά - föreläsning, samtala, tala, prat, tal, anförande, talet, ...
Τυχαίες λέξεις
Ομαλός στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: regelmässig, enkel, vanligt, vanlig, slätten, slätt
Μεταφράσεις: regelmässig, enkel, vanligt, vanlig, slätten, slätt