Πολλοί στα εσθονικά
Μετάφραση: πολλοί, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
rikkalikult, rikkalik, palju, on palju, paljud
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πολλοί
πολλοί λένε ότι η πολιτική είναι η τέχνη του εφικτού, πολλοί λατρεύουνε την τάξη, πολλοί γαρ εισί κλητοί ολίγοι δε εκλεκτοί, πολλοί φτιάχνουν ένα ψέμα για να σωθούν, πολλοί οι κλητοί ολίγοι οι εκλεκτοί, πολλοί λεξικό γλώσσας εσθονικά, πολλοί στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- πολλαπλασιασμός στα εσθονικά - mitmekordistamine, paljundamine, korrutamine, paljunemist, paljunemise, kordistamise, korrutamist
- πολλαπλός στα εσθονικά - mitmekesisus, arvukas, mannitool, kollektor, mitmekordne, kviitungiraamat, mitu, ...
- πολτός στα εσθονικά - pulp, viljaliha, paberimassi, tselluloosi, tselluloosi-
- πολυάριθμος στα εσθονικά - arvukas, arvukalt, arvukate, paljude, arvukad
Τυχαίες λέξεις
Πολλοί στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: rikkalikult, rikkalik, palju, on palju, paljud
Μεταφράσεις: rikkalikult, rikkalik, palju, on palju, paljud