Πολλοί στα ιταλικά
Μετάφραση: πολλοί, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
sovrabbondanza, abbondanza, molti, dovizia, pienezza, tanto, un sacco, molto, molte
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πολλοί
πολλοί λένε ότι η πολιτική είναι η τέχνη του εφικτού, πολλοί λατρεύουνε την τάξη, πολλοί γαρ εισί κλητοί ολίγοι δε εκλεκτοί, πολλοί φτιάχνουν ένα ψέμα για να σωθούν, πολλοί οι κλητοί ολίγοι οι εκλεκτοί, πολλοί λεξικό γλώσσας ιταλικά, πολλοί στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- πολλαπλασιασμός στα ιταλικά - moltiplicazione, di moltiplicazione, la moltiplicazione, moltiplicarsi, moltiplicazioni
- πολλαπλός στα ιταλικά - ciclostilare, multiplo, vario, molteplice, multipli, multipla, più, ...
- πολτός στα ιταλικά - polpa, pappa, pasta di, polpa di, cellulosa, pasta di legno
- πολυάριθμος στα ιταλικά - numeroso, numerosi, numerose, numerosa, molteplici
Τυχαίες λέξεις
Πολλοί στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: sovrabbondanza, abbondanza, molti, dovizia, pienezza, tanto, un sacco, molto, molte
Μεταφράσεις: sovrabbondanza, abbondanza, molti, dovizia, pienezza, tanto, un sacco, molto, molte